παμμεγίστου

παμμεγίστου
πάμμεγας
very great
masc/neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • Λειμώνος, μονή — Ανδρικό μοναστήρι της Λέσβου, αφιερωμένο στο όνομα των Ταξιαρχών, το οποίο εξαρτάται από τη μητρόπολη Μηθύμνης. Ιδρύθηκε το 1523 ή 1527 γύρω από την εκκλησία της κατεστραμμένης βυζαντινής μονής του Παμμεγίστου Ταξιάρχου Μιχαήλ. Το 1975 χτίστηκε… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”